top of page

Η μαρτυρική κατάθεση της Βαρβάρας Βουκάκη που έχασε την οικογένεια της στην πυρκαγιά στο Μάτι


Στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών συνεχίζεται δίκη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, όπου συγγενείς θυμάτων συγκλονίζουν με τις μαρτυρικές καταθέσεις τους. Μία από τους μάρτυρες η οποία κατέθεσε τη Δευτέρα (29/7), είναι η Βαρβάρα Βουκάκη, που έχασε ολόκληρη την οικογένεια της τον Ιούλιο του 2018.


Ο σύζυγος της Γρηγόρης Φύτρος και ο γιος της Ανδρέας βρέθηκαν ανάμεσα στους απανθρακωμένους στο οικόπεδο Φράγκου, ενώ η κόρη της Εβίτα σκοτώθηκε στα βράχια προσπαθώντας να γλιτώσει από τη φωτιά.

«Είναι ένα τραγικό κακούργημα, μια δολοφονία. Ζητώ να σταματήσει το κακό σε αυτή τη χώρα. Αυτοί που αναλαμβάνουν υπεύθυνες θέσεις να τις τιμούν. Δεν ξέρω ποιος έδωσε εντολές, ο πρωθυπουργός, κάποιος υπουργός, κάποιος άλλος;» ανέφερε η μάρτυρας.


«Φώναζα τα ονόματα της οικογένειας μου, αλλά δεν απαντούσε κανείς. Σαν να ήμασταν φαντάσματα, σε ένα νεκρικό τοπίο. Μαύρα όλα και μύριζε καμμένη σάρκα. Μέσα στα αυτοκίνητα κάποιοι όγκοι. Είδα ανθρώπους καμένους και ανθρώπους ξαπλωμένους και ήλπιζα να μην δω και τους δικούς μου έτσι» είπε και εξιστόρησε πως ο σύζυγός της πηγαίνοντας προς τη Ραφήνα πήρε οδηγία από περιπολικό να επιστρέψει στο Μάτι με αποτέλεσμα να εγκλωβιστεί στη φωτιά.

«Δεν υπήρχε καμία επικοινωνία μεταξύ των φορέων. Κανείς δεν ενημέρωσε τους ανθρώπους μας να φύγουν, κινήθηκαν κατά βούληση. Ο Γρηγόρης μου έριξε τη ζαριά του και θα είχε σωθεί, αν δεν τον είχε γυρίσει πίσω η αστυνομία» είπε.


«Μια υπάλληλος στο λιμεναρχείο με ενημέρωσε για μια φωτογραφία από ένα κορίτσι που έμοιαζε με την Εβίτα αλλά δεν ήξερε αν θα άντεχα να τη δω. Είδα το κοριτσάκι και ήταν η Εβίτα μου. Φορούσε τα ίδια ρούχα, όπως είχε στείλει ένα βίντεο το μεσημέρι ενώ τραγουδούσε. Αυτή τη φορά όμως δεν είχε ζωή, ήταν καμένη, ήταν με τα ρούχα και τα βραχιολάκια της. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να σας περιγράψω τι ένιωσα, ήθελα να χαθεί και η δίκη μου ζωή.»


«Έμαθα ότι βρισκόταν στο οικόπεδο, ήταν από τους τελευταίους στο οικόπεδο Φράγκου. Ο Γρηγόρης βρέθηκε καμένος, λίγο πιο πίσω ο Ανδρέας, και η Εβίτα στην τελευταία προσπάθεια έφυγε προς τα βράχια. Υπήρχαν άνθρωποι που την είδαν, σε μια τελευταία προσπάθεια πήδηξε και έπεσε στα βράχια, στην παραλία. Η Εβιτούλα μου ζούσε και ζητήθηκε βοήθεια αλλά δεν ήρθε κανείς. Της κρατούσαν το χέρι, μέχρι που ξεψύχησε εκεί. Θα μπορούσα να είχα έστω ένα παιδί αν υπήρχε ενημέρωση, αν ένας λιμενικός, ένας πυροσβέστης… δεν ξέρω».

Σε συνέχεια της δίκης, την Τρίτη (30/7) έξι ακόμη μάρτυρες οι οποίοι έχασαν στενά συγγενικά τους πρόσωπα κατά τη διάρκεια της εθνικής τραγωδίας αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις βίωσαν και οι ίδιοι την πύρινη λαίλαπα, έδωσαν τις δικές τους καταθέσεις.


Κάτοικος από το Μάτι, η οποία έχασε την μητέρα της κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς ενώ η ίδια και η κόρη της κινδύνεψαν, περιέγραψε στο δικαστήριο πώς η φωτιά τους βρήκε σπίτι τους με την κόρη της να αρχίζει να ουρλιάζει ενώ ο υπολογιστής είχε αρχίσει να λιώνει.


«Εγώ δεν είχα όσφρηση και δεν κατάλαβα τη μυρωδιά… Το παιδί άρχισε να ουρλιάζει και φώναζε «τώρα καιγόμαστε», πήρα δυο πράγματα, τα χάπια της μαμάς, μια ζακέτα, δεν ξέραμε τι να κάνουμε… Βγήκαμε έξω, τρέξαμε» είπε η μάρτυρας, εξηγώντας στη συνέχεια πως η μητέρα της ήταν 93 ετών και τους πρόλαβε η φωτιά στη σκάλα.

«Εκεί είδαμε το κοριτσάκι της Φύτρου να πηδάει στα βράχια γιατί δεν έβλεπε από τους καπνούς» περιέγραψε η κάτοικος του Ματιού, εξηγώντας πως η μητέρα της χάθηκε στη θάλασσα ενώ η κόρη της έμεινε μόνη στα ανοιχτά χωρίς βοήθεια. Εντελώς τυχαία όπως κατέθεσε η μάρτυρας η κόρη της σώθηκε όταν την εντόπισαν Αιγύπτιοι ψαράδες.


Την πλήρη απουσία του κρατικού μηχανισμού και τα λάθη της αστυνομίας ανέφερε στην κατάθεση του και ο Στυλιανός Μάσσης, που έχασε τους γονείς του κατά τη διάρκεια της φονικής πυρκαγιάς. «Δεν ήξερε η αστυνομία που να στείλει τον κόσμο, δεν ήξεραν πως να τον κατευθύνουν και έστελναν μέσα από το Μάτι τον κόσμο» περιέγραψε ενώ πρόσθεσε πως «δεν υπήρχε κράτος, αστυνομία, Πυροσβεστική. Καθόντουσαν στη Μαραθώνος και κάπνιζαν. Υπήρχαν άνθρωποι που έβλεπαν τα σπίτια τους εσωτερικά να καίγονται και τα κοιτούσαν. Κανείς δεν νοιαζόταν για κανέναν…»

Opmerkingen


bottom of page